.Μαστιγώνουν ἀλύπητα μία ὄντως κακή πολιτική γιά τήν ὁποία ἔν τινι μέτρω ὑπεύθυνοι ἦσαν κι αὐτοί, μιά πολιτική, πού τούς ἐξέθρεψε καί τούς ἔθρεψε καλά καί περίκαλλα, καί μᾶς ὑπόσχονται «μάννα ἐξ οὐρανοῦ», γιά νά πάρουν τό δικό μας «μάννα», δηλαδή τήν ψῆφο μας, πού εἶναι γι᾽ αὐτούς νάμα, ἅγια κοινωνία γιά νά εἰσέλθουν στόν κάποτε ἱερό ναό τῆς δημοκρατίας, γιά νά συνεχίσουν ἀμετανοήτως –καί συχνά ἀνοήτως– τό ἀνίερο ἔργο, πού μετέτρεψε τήν ἑλληνική πολιτεία σέ ἀθλιοκρατία. Ἰδού ὁ μέγας ἄθλος τους!
Τά λόγια πού ἀκοῦμε εἶναι τόσο φθηνά καί «φτενά» καί λειώνουν μές στό μυαλό μας σάν τή σοκολάτα μέσα σέ φοῦρνο μικροκυμάτων. Οὔτε μιά πρόταση πειστική. Ὅλα κινοῦνται σέ μιά ἀτμόσφαιρα ἀπροσδιοριστίας, ἀοριστίας καί ὁμιχλώδους ὁρολογίας. «Θά, θά, θά, ὅταν... θά»! Καί μετά; «Τά ἴδια Παντελάκη μου, τά ἴδια Παντελῆ μου».
Ἀλλά τώρα νομίζω δέν εἶναι καιρός γιά ἀστεῖα. Λυπᾶμαι πού τό γράφω ἀλλά τόσο καιρό, παρά τόν λεκτικό ταλανισμό, δέν ἄκουσα πρόταση σωτηρίας. Κι αὐτό γιατί λείπει ἡ ἰδεολογία τῆς σκληρῆς ἐργασίας καί τῆς ἐπιχειρηματικῆς αὐτενεργείας. Ὅλα διά τοῦ κράτους, ὑπό τό κράτος πού δυστυχῶς βρίσκεται σέ κατάσταση ἀκρατείας, συγχύσεως καί ἀκρισίας. Δέν προσφέρει «λύσιν πταισμάτων» ἀλλά διάλυση τῶν πάντων. Ὅπου παρεμβαίνει τό κράτος, τά πάντα γίνονται «πούλβερη καί κουρνιαχτός».
Λυπᾶμαι, ἀλλά δύσκολα μπορῶ νά πῶ κάτι καλό γιά τήν ἐξωτερική μας πολιτική. Κι ὅμως ἔχουμε τή μεγαλύτερη σέ βάθος χρόνου διπλωματική πεῖρα. Ἄν ἡ Αὐτοκρατορία τῆς ΚΠόλεως διατηρήθηκε ἐπί 1.000 καί πλέον χρόνια, τοῦτο τό ὀφείλει, περισσότερο καί ἀπό τή στρατιωτική καί οἰκονομική της ἰσχύ, στήν ἄριστα ὀργανωμένη διπλωματία της, ἡ ὁποία διά τῶν Φαναριωτῶν μεταβιβάστηκε στήν Ὀθωμανική Αὐτοκρατορία.
Ξένος ἱστορικός ἔχει γράψει ὅτι οἱ Ἕλληνες, μέσω τῶν Φαναριωτῶν, κυβερνοῦσαν τόν κόσμο, ἀφοῦ αὐτοί μέ τούς περίφημους «δραγομάνους» συντόνιζαν τήν ἐξωτερική πολιτική τῆς Πύλης. Φαναριῶτες ἐπίσης διαμόρφωσαν τήν ἐξωτερική πολιτική τῆς Ἑλλάδος κατά τήν Ἐπανάσταση καί τά μετέπειτα χρόνια, τουλάχιστον μέχρι τίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰῶνα.
Μπορεῖ νά λέγονται καί νά γράφονται εἰς βάρος τους πολλά, πού ἀρκετά εἶναι σωστά, ἀλλά δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε ὅτι αὐτοί θεμελίωσαν ἀπό τό τίποτα ἑλληνικό κράτος –ὅσο μικρό– πού μέσα σέ 90 χρόνια εἶχε τριπλασιασθεῖ. Σήμερα κινδυνεύει νά ἀκρωτηριασθεῖ!
Βέβαια ὑπάρχει καί ὁ Ἰω. Καποδίστριας, ὁ ὁποῖος κατοχύρωσε διπλωματικά τήν ἀνεξαρτησία τῆς Ἑλλάδος καί ἔδιωξε στρατιωτικά ἀπό τά ἐπιδικασθέντα σέ μας ἐδάφη Αἰγύπτιους καί Τούρκους. Ὁ Καποδίστριας ὅμως γαλουχήθηκε πολιτικά-διπλωματικά μέ τή βενετσιάνικη καί ρωσσική διπλωματική παράδοση πού εἶναι ἐν πολλοῖς συνέχεια τῆς βυζαντινῆς. Οὔτε πρέπει νά παραβλέπεται ὅτι ἡ Ἐπανάσταση ἄρχισε μέ τόν Ἀλέξανδρο Ὑψηλάντη καί τελείωσε (μάχη τῆς Πέτρας, 12 Σεπτεμβρίου 1829) μέ τόν Δημήτριο Ὑψηλάντη. Οἱ δύο ἀδελφοί ἦσαν γόνοι μιᾶς ἀπό τίς ἐπιφανέστερες φαναριωτικές οἰκογένειες....
Σήμερα, τί ἀπομένει ἀπό τήν πολυαίωνη αὐτή παράδοση; Τό ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν, πού κανονικά θά ἔπρεπε νά εἶναι ἡ Μεγάλη Σχολή τῆς Παγκόσμιας Διπλωματίας, διευθυνόμενο κατά κανόνα ἀπό ἀπροσδιόνυσους, ἀκατάρτιστους διπλωματικά καί ἱστορικά ἰσχυρούς κομματικούς παράγοντες, πετυχαίνει πάντα νά κερδίζει χρόνο ὑπέρ τοῦ... ἀντιπάλου! Αὐτό ἐπάθαμε μέ τήν ἄρση τοῦ ἐμπολέμου μέ τήν Ἀλβανία, μέ τήν ἐνδιάμεση συμφωνία μέ τούς Σκοπιανούς καί τίς ποικίλες συμφωνίες μέ τήν Τουρκία.
Μοιραῖα στό διπλωματικό στίβο κυριαρχοῦν –καί ὄχι μόνο τώρα– ἄνθρωποι κατά κανόνα συμβιβαστικοί καί παρά τόν θρυλούμενο ρεαλισμό τους ἀνεδαφικοί στίς ἀντιλήψεις τους καί ἀνίκανοι νά συλλάβουν τήν ὠμή πραγματικότητα, ὅπως αὐτή διαμορφώνεται στή γειτονιά μας καί στό διεθνές πεδίο. Γι’ αὐτό καί δέν προλαβαίνουμε τά γεγονότα· μᾶς προλαμβάνουν καί τρέχουμε πίσω ἀπό τίς ἐξελίξεις, ὅπως ὁ σκύλος τρέχει πίσω ἀπό τήν οὐρά του!
Στίς προτάσεις γιά μία πιό τολμηρή ἐξωτερική πολιτική, ὅπως π.χ. προχώρηση πέρα ἀπό τό εὐτελιστικό «δέν διεκδικοῦμε τίποτα» στό περισσότερο προωθημένο «διεκδικοῦμε» καί μάλιστα πολλά, τό ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν ἀπαντᾶ σάν κάποιους παλαιούς καλόγηρους μέ ἱερουργικού χαρακτῆρα ἀπαντήσεις περί αἰωνίου κολάσεως κ.λπ. Λές καί ἡ διεκδίκηση τῶν δικαιωμάτων μας εἶναι ἁμαρτία! Ἔτσι βράζουμε στό ζουμί μας. Ἕνας παλιός διπλωμάτης κάποτε εἶπε: πρῶτα μᾶς πλένουν καλά τόν ἐγκέφαλο καί μετά τόν παγώνουν.
Σε κάθε κοινωνία υπάρχουν στοιχεία που δρουν και στοι¬χεία που απλώς υπάρχουν. Άτομα που εργάζονται και άτομα που απλώς «(η)λιάζονται». Ζουν, απολαμβάνοντας την λιακάδα, από το μόχθο και τον ίδρωτα των άλλων. Εμείς οι Νεοέλληνες ειδι¬κά και προνομιακά ζούμε από τους τόκους των προγόνων μας. Όταν θέλουμε να καυχηθούμε, να προβληθούμε και να επιδειχ¬θούμε πάντα στα προγονικά κλέη ανατρέχουμε.
Ό,τι όμως συνιστά έπαινο για τους προγόνους, συνιστά όνειδος για τους απογόνους, όταν σταματούν την πορεία της ιστορικής λαμπαδηδρομίας και την αράζουν σαν τον λαγό που νικήθηκε σε αγώνα ταχύτητας από τη βραδυκίνητη αλλά ακούραστη χελώνα. Οι δάφνες του παρελθόντος μαραίνονται, αν στις παλαιές δεν προστίθενται νέες.
Εξ άλλου στον παγκόσμιο στίβο του σήμερα δεν προσερχόμαστε με τους προγόνους μας, προσερχόμαστε με τον εαυτό μας, με τα έργα τα δικά μας. Τα έργα των προγόνων μας δεν είναι δική μας περιουσιακή κληρονομιά είναι παγκόσμια. Οι πρόγονοί μας δεν δημιούργησαν όσα δημιούργησαν στον τομέα του πνεύματος και των «στοχαστικών εφαρμογών» για να το αφή¬σουν τσιφλίκι σε μάς· το άφησαν για τον κόσμο. Εμείς, ματαιόσχολοι και ματαιόσπουδοι πάντα, νομίζουμε ότι οι πρόγονοι και τα έργα τους μας ανήκουν. Πλάνη! Ανήκουν σ’ εκείνους που τους/τα μελετάνε και όχι σ’ εκείνους που τους/τα παρατάνε. Η προγονική εύκλεια θα είχε κάποια σημασία, αν σ’ αυτή δεν αντιτάσσαμε τη δική μας μιζέρια.
Συνεχώς οι νέοι ακούνε συμβουλές «για το καλό τους». Το καλό, όμως, το σκέφτονται και το λένε οι μεγάλοι, αφού προηγουμένως έχουν κάνει το κακό. 'Έκαναν τη χώρα μας «ρημάδι». Η πολιτική που κανονικά πρέπει να εμπνέει, απογοητεύει. Γιατί μοιάζει με μία θεατρική παράσταση, στην οποία παίζουν οι πολιτικοί σατιρίζοντας τους πολίτες. Είναι ενδεικτικό ότι οι πολιτικοί έχουν εκτοπίσει και τους κωμικούς ηθοποιούς. Αλλ’, όπως έχω ξαναγράψει, όταν οι πολιτικοί της Ελλάδος είναι για γέλια, τότε το μέλλον της Ελλάδος είναι για κλάματα!
Πολλοί -κάτω από το βάρος της οικονομικής κρίσης- μιλούν για παρακμή. Θα προτιμούσα τους όρους απακμή και απνευστία. Λείπει η πνοή δημιουργίας που χαρίζει ψυχική ευρωστία. Το παιδάκι πηγαίνει στο σχολείο αλλά δεν ξέρει για ποιο σκοπό πηγαίνει και για ποιο σκοπό μαθαίνει αυτά τα αβληχρά, δηλαδή ασθενή και πενιχρά πράγματα που μαθαίνει. Δεν του προσφέρεται ένα όραμα, ένα ιδανικό.
Πολεμήθηκε μανιωδώς το «φεγγαράκι μου λαμπρό» που οδηγούσε τα παιδιά στο σχολειό για να μαθαίνουν γράμματα, «γράμματα, σπουδάσματα, του Θεού τα πράγματα». Τώρα μπορεί να μαθαίνει του διαβόλου πράγματα, όπως η κατασκευή βομβών-Μολότωφ.
Τα πιο ευαίσθητα απογοητεύονται. Τα πρώτα όνειρά τους από την καρδιά τους χύνονται στον ποταμό της λήθης. Σε κάποιους δυναμικούς νέους τα όνειρα «ζητούν να πάρουνε εκδίκηση». Και τότε οι νέοι δίνουν τον όρκο της «ώριμης -ίσως και ανώριμης- οργής». Και σηκώνουν, χωρίς συχνά να το συνειδητο¬ποιούν, τη «σταυρωμένη κραυγή» της Ελλάδος.
Αν συχνά μελαγχολώ, δεν είναι γιατί κάποιοι οικονομομετρικοί πίνακες κινούνται σε χαμηλά επίπεδα. Οι λαοί δεν επιβιώνουν με την ευημερία· επιβιώνουν με την ευψυχία. Αυτή στον τόπο μας έχει υποκατασταθεί από την αψυχία.
Κι αυτό διαπερνά σαν διαβρωτικό υγρό τα παιδιά. Ένα μεγάλο σύνολο από αυτά έχει πάψει να λειτουργεί φυσιολογικά. Τα παιδιά παύουν να είναι ...παιδιά. Δεν παίζουν, δεν κινούνται, δεν αθλούνται. Πολλά γίνονται ένας δυσκίνητος όγκος που εκπέμπει «βαρεμάρα». Το χάραγμα-έμβλημα που κυριαρχεί εδώ και δεκαετίες στα μαθητικά θρανία είναι το παθητικό ρήμα «βαριέμαι».
Όντως, το παιδί βαριέται από παντού. Και παραδέρνει σαν «ξυλάρμενο» που το κύμα το ξεβράζει σε κάποια έρημη ακτή. Έτσι βρίσκουν την ευκαιρία οι έμποροι του θανάτου ν’ απλώσουν το δίκτυ των ναρκωτικών πάνω στη νεολαία και οι ψευδαπόστολοι της ανατροπής να εμβολιάσουν τα παιδιά με ιδέες εντροπής. Σε έναν τοίχο σε μια μεγαλούπολη είδα να κυριαρχεί μια ερυθρά επιγραφή; «Μια πόλη που καίγεται είναι σαν λουλούδι που ανθίζει»!
Αν το ήξεραν, το ίδιο θα έλεγαν και οι Τούρκοι, όταν έκαψαν την Σμύρνη...
Δρυόκοπος ο Άρειος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου